Προσκεκλημένοι ομιλητές

Θάλεια Δραγώνα

Kαθηγήτρια
Tμήμα Eκπαίδευσης και Aγωγής στην Προσχολική Hλικία
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Παιδαγωγικά Τμήματα: 30 χρόνια μετά τί;

Η εισήγηση κάνει μια αποτίμηση της πορείας των Παιδαγωγικών Τμημάτων από την ίδρυσή τους, αναδεικνύει το έργο που έχει γίνει και εντοπίζει τις καθηλώσεις που χαρακτηρίζουν την εκπαιδευτική πολιτική ως προς τη μέθοδο παραγωγής εκπαιδευτικών. Συνηγορεί υπέρ της αναβάθμισης των Παιδαγωγικών Τμημάτων σε ολοκληρωμένες Σχολές Εκπαίδευσης. Αποκομμένα, στις περισσότερες περιπτώσεις, από τους κλάδους των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών από τους οποίους αντλεί η εκπαίδευση και καλύπτοντας ουσιαστικά την προετοιμασία εκπαιδευτικών μόνο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, το αντικείμενο της επιστήμης της εκπαίδευσης είναι στη χώρα μας περιορισμένο και υποβαθμισμένο. Παράλληλα αναδεικνύεται η κοντόθωρη αντιμετώπιση εκ μέρους της πολιτείας για τη διδακτική και παιδαγωγική επάρκεια των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, έργο εκ των πραγμάτων των Σχολών Εκπαίδευσης.

Peter Moss

Emeritus Professor
UCL Institute of Education
University College London

A possible future direction for the early childhood workforce: political choices, identity and conditions

I will start by reviewing some problems in the early childhood workforce, which are found in many countries, including the education/childcare split, poor conditions and low status, and lack of diversity. Following Loris Malaguzzi when he says that pedagogy is a political discourse that involves making political choices, I will then argue that to address these problems it is necessary to ask political questions, including ‘what is our image of the child?’ ‘what is our image of the early childhood institution?’ and ‘what is our image of the early childhood worker?’ To answer such questions requires making political choices, including about the image or identity of the early childhood worker, which is closely related to the identity of the child and the institution. Having proposed an identity for the early childhood worker (my political choice), I will then discuss what structures and conditions are most likely to enable that professional identity to evolve, including a 0-6 teaching profession and a ‘competent system’ that ensures professional development and supports research and experimentation. To support my argument, I will draw on what I consider exemplary experiences of early childhood education, including the national systems in Sweden and New Zealand and the municipal schools of Reggio Emilia in Italy.

Σταυρούλα Φιλίππου

Επίκουρη Καθηγήτρια
Τμήμα Επιστημών της Αγωγής
Πανεπιστήμιο Κύπρου

Αρχική Εκπαίδευση Εκπαιδευτικών και Σχολική Εμπειρία-Πρακτική Άσκηση εν μέσω Ακαδημαϊκών Ροών: Τοπικ(οποιημέν)α Προγράμματα Σπουδών και Ταυτότητες Εκπαιδευτικών

Η εισήγηση τοποθετεί τις έννοιες «αρχική εκπαίδευση εκπαιδευτικών», «σχολική εμπειρία-πρακτική άσκηση» και «ταυτότητες εκπαιδευτικών» στο πλαίσιο της διεθνούς βιβλιογραφίας, με σκοπό ακριβώς, μέσα από τις έννοιες των «ροών» και «τοπικοποίησης», να προβληματικοποιήσει τις σχετικές τάσεις και εννοιολογήσεις τους όπως τείνουν να επικρατούν στο διεθνές ακαδημαϊκό περιβάλλον. Συζητώντας τα όρια μεταξύ τοπικού, διεθνούς και παγκόσμιου ως πορώδη, ρευστά και δυναμικά, εισηγούμαι ότι ο θεσμός του πανεπιστημίου, και εντός αυτού η αρχική εκπαίδευση εκπαιδευτικών (ως προτιθέμενα προγράμματα σπουδών και ως πραγμάτωσή τους), μπορεί να μελετάται ως τοπική αλλά είναι ταυτόχρονα τοπικοποιημένη συγκρότηση και αποκρυστάλλωση συχνά ανταγωνιστικών τάσεων. Με αυτή την παραδοχή, η πρακτική άσκηση-σχολική εμπειρία συζητείται ως ένα ιδιαίτερο σημείο επαφής, και συχνά τριβής, μεταξύ κράτους-πανεπιστημίου με πιέσεις να ασκούνται τόσο προς τους/τις φοιτητές/τριες και ακαδημαϊκό προσωπικό, όσο και προς τους/τις μέντορες και διδακτικό προσωπικό του σχολείου, όπως επαναδιαπραγματεύονται και επαναπροσδιορίζουν τις, ούτως ή άλλως υπό συνεχή διαμόρφωση, επαγγελματικές τους ταυτότητες. Στο δεύτερο μέρος της εισήγησης θα παρουσιαστούν τρία παραδείγματα πρακτικών από την ερευνητική μου εμπειρία μέσα από τα οποία θα αναδείξω κύριες διαστάσεις του ζητήματος «θεωρίας-πράξης», το οποίο συχνά φαίνεται να απασχολεί το προσωπικό που εμπλέκεται σε προγράμματα σχολικής εμπειρίας-πρακτικής άσκησης, ως σχέση διάζευξης-διπόλου. Συγκεκριμένα, θα αξιοποιηθούν στοιχεία σχετικά με τις πρακτικές των μικροδιδασκαλιών, των λεσχών ανάλυσης οπτικογραφημένων διδασκαλιών και της αξιοποίησης (αυτο)βιογραφικών μεθόδων κατά την εκπαίδευση εκπαιδευτικών. Σημειώνεται ότι η παρουσίαση στοιχείων από τις πρακτικές αυτές ως περιπτώσεων γίνεται για σκοπούς σύγκρισης ως κατανόησης και επανα-θεώρησης του οικείου και όχι για σκοπούς ιεράρχησης και ενδεχόμενης απορρέουσας μίμησης καθεστώτων γνώσης. Με επαναφορά λοιπόν των εννοιών των «ροών» και της «τοπικοποίησης» επεξηγούνται οι βασικές αρχές σχεδιασμού των πρακτικών αυτών και της ταυτόχρονης διερεύνησής τους και αξιοποιούνται καταληκτικά στην εισήγηση ως εργαλεία επανεξέτασης τόσο του σχήματος «θεωρία-πράξη» όσο και του σχήματος «τοπικό-διεθνές-παγκόσμιο».